Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι μια συνταγματική δημοκρατία βασισμένη στις αρχές της νομιμότητας και της ανεξαρτησίας, της ύπαρξης ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η συνταγματική δομή της Κύπρου χαρακτηρίζεται από την αρχή του αυστηρού διαχωρισμού των τριών εξουσιών που είναι η Eκτελεστικη, η Νομοθετική και η Δικαστική, οι οποίες διασφαλίζουν τη σχέση του πολίτη με το κράτος.
Νόμοι που ισχύουν στη Δημοκρατία:
- Το Σύνταγμα είναι ο υπέρτατος νόμος ο οποίος έχει την μεγαλύτερη εξουσία έναντι οποιουδήποτε άλλου νόμου
- Νόμοι που ίσχυαν σύμφωνα με το άρθρο 188 του Συντάγματος πριν από την ανεξαρτησία, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται σε αυτό, εκτός και εάν προβλέπεται διαφορετικά από το εφαρμοστέο ή εκτελεστό δίκαιο σύμφωνα με το Σύνταγμα
- Νομοθεσία που εγκρίθηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Οι Διεθνείς Συμβάσεις, Συνθήκες και Συμφωνίες που έχουν κυρωθεί από το Νόμο και έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, έχουν αυξημένη εξουσία έναντι οποιουδήποτε εσωτερικού νόμου, υπό τον όρο ότι εφαρμόζονται εξίσου από τον αντισυμβαλλόμενο
- Το κοινοδίκαιο και οι αρχές της επιείκειας, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από το εφαρμοστέο ή εκτελεστό δίκαιο σύμφωνα με το Σύνταγμα
- Το κοινοτικό δίκαιο
Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Από την 1/5/2004, η Κύπρος είναι πλήρες και ισότιμο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υπόκειται στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο είναι μια έννομη τάξη που δημιουργεί δικαιώματα και υποχρεώσεις τόσο για τα θεσμικά όργανα της ΕΕ όσο και για τα κράτη μέλη της, καθώς και για τους πολίτες της. Σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπερισχύει του εθνικού δικαίου και του εθνικού συντάγματος. Η Κύπρος έχει προσαρμόσει και εναρμονίσει τον κυπριακό νόμο με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης υιοθετώντας έναν αριθμό νέων νόμων και ταυτόχρονα την κατάργηση ή την τροποποίηση ορισμένων διατάξεων του ισχύοντος νόμου, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων του Συντάγματος.
Διεθνείς συμβάσεις
Σύμφωνα με το άρθρο 169 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, οποιαδήποτε συνθήκη ή συμφωνία με άλλο κράτος ή διεθνή οργανισμό που συνήφθη με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, όταν επικυρωθεί με νόμους που ψηφίζει η Βουλή των Αντιπροσώπων, αποτελεί μέρος της νομικής διαταγής της Δημοκρατίας. Τέτοιες συμβάσεις, συμφωνίες και συνθήκες, αφού κυρωθούν με νόμο και δημοσιευθούν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού δικαίου.
Πρωτογενές δίκαιο
Η Πρωτοβάθμια Νομοθεσία ψηφίζεται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Το δικαίωμα υποβολής προτάσεων ανήκει στους βουλευτές του Κοινοβουλίου και όλες οι υποβληθείσες προτάσεις κατατίθενται πρώτα στην αρμόδια επιτροπή προς συζήτηση και στη συνέχεια στην ολομέλεια. Οι νόμοι και οι αποφάσεις της Βουλής υιοθετούνται από την πλειοψηφία των βουλευτών με δικαίωμα ψήφου, με την επιφύλαξη των δεσμεύσεων και των απαιτήσεων του Συντάγματος και τίθενται σε ισχύ την ημέρα της δημοσίευσής τους στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ή την ημερομηνία αυτή όπως ορίζεται. Κάθε διαφορά σχετικά με την ερμηνεία και τη συνταγματικότητα τους μπορεί να επιλυθεί απευθείας από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Δευτερεύουσα νομοθεσία
Αν και η νομοθετική λειτουργία στην Κύπρο ανήκει στην Νομοθετική εξουσία και η αρχή του διαχωρισμού των εξουσιών αναγνωρίζεται ρητά στο Σύνταγμα της Δημοκρατίας, υπάρχουν πράξεις νομοθετικού περιεχομένου που μπορούν να υιοθετηθούν από την εκτελεστική εξουσία, η οποία προβλέπει πρόσθετους κανόνες απαραίτητους για την εφαρμογή και την επιβολή του νόμου και ονομάζεται κανονιστική εξουσία που επιτρέπεται να ρυθμίζει συγκεκριμένα θέματα ή θέματα τοπικού ενδιαφέροντος ή τεχνικού ή λεπτομερούς χαρακτήρα.
Δικαστήρια
Η δικαστική εξουσία ιδρύεται από το Σύνταγμα και τους σχετικούς νόμους ως μια από τις τρεις ξεχωριστές εξουσίες του κράτους. Είναι ένα αυτοδιοικούμενο και αυτόνομο σώμα, ίσο με τις άλλες δύο εξουσίες του κράτους.
Η ανεξαρτησία του δικαστικού σώματος περιλαμβάνει:
(α) την άσκηση δικαιοδοσίας επί όλων των θεμάτων που εμπίπτουν φυσικά στη σφαίρα της δικαστικής εξουσίας
β) Την αυτονομία του δικαστικού σώματος όσον αφορά την έκδοση διαδικαστικών κανόνων για την άσκηση της δικαιοδοσίας του και
γ) Ανεξαρτησία των δικαστών από τις δύο άλλες εξουσίες του κράτους, δηλαδή την Εκτελεστική και Νομοθετική.
Η πλήρης και συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας στην Κύπρο παρέχει εγγυήσεις για δίκαιη και αποτελεσματική επιβολή της δικαιοσύνης. Οι μηχανισμοί για την επιβολή της δικαιοσύνης είναι εξίσου διαθέσιμοι για κάθε άτομο στη Δημοκρατία. Σύμφωνα με το νόμο, ο κατηγορούμενος θεωρείται αθώος μέχρι να αποδειχθεί ένοχος, κανένας δεν μπορεί να δικαστεί δύο φορές για το ίδιο αδίκημα και η επιβληθείσα ποινή δεν πρέπει να είναι δυσανάλογη προς τη σοβαρότητα του διαπραχθέντος αδικήματος.
Επιπλέον, το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας εγγυάται σε κάθε πολίτη, τόσο σε ποινικές όσο και σε αστικές διαδικασίες, διάφορα δικαιώματα, όπως το δικαίωμα υπεράσπισης είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω δικηγόρου, το δικαίωμα δωρεάν παροχής νομικής συμβουλής, το δικαίωμα προσαγωγής μαρτύρων , το δικαίωμα παροχής διερμηνέα σε περίπτωση αλλοδαπού κλπ.
Μητρώο Δικηγόρων που ασκούν το επάγγελμα στην Κύπρο:
Κάθε δικηγόρος που ασκεί το επάγγελμα πρέπει να είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Δικηγόρων που ασκεί το επάγγελμα που τηρεί το Συμβούλιο του Δικηγορικού Συλλόγου Κύπρου.
Για να εγγραφεί κάποιος ως δικηγόρος στην Κύπρο, πρέπει να είναι τουλάχιστον 21 ετών, πολίτης ή κάτοικος της Δημοκρατίας, καλού χαρακτήρα και κατάλληλος να γίνει δεκτός ως δικηγόρος στην Κύπρο από το Πειθαρχικό Συμβούλιο, να έχει πτυχίο νομικής, από ένα Πανεπιστήμιο αναγνωρισμένο από το Νομικό Συμβούλιο και να ολοκληρώσει μια πρακτική διάρκειας 12 μηνών σε δικηγορικό γραφείο που ασκεί πρακτική επί τουλάχιστον πέντε χρόνια. Εάν τα πιο πάνω είναι ικανοποιητικά, γίνονται γραπτές εξετάσεις υπό την επίβλεψη και διεύθυνση του Νομικού Συμβουλίου στην ελληνική γλώσσα.
Μόλις ο δικηγόρος λάβει πιστοποιητικό από το Νομικό Συμβούλιο, μπορεί να εγγραφεί στον Δικηγορικό Σύλλογο. Απαιτείται ότι ένας δικηγόρος που ασκεί το επάγγελμα στην Κύπρο θα πρέπει να δηλώνει ότι το κύριο του επάγγελμα είναι η άσκηση του νόμου και ότι είναι έτοιμος να ασκήσει το επάγγελμα αυτό σε δικηγορικό γραφείο και ότι έχει διευθετήσει όλα τα εκκρεμή οικονομικά του ζητήματα στο τοπικό δικηγορικό σύλλογο και στο ταμείο συντάξεων και να εγγραφεί στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Δεν υπάρχει ανώτατο όριο ηλικίας για την εγγραφή δικηγόρων στην Κύπρο, ακόμη και αν ο νέος δικηγόρος συνταξιοδοτείται από οποιαδήποτε άλλη πηγή. Πρέπει να σημειωθεί ότι η άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος ενώπιον των κυπριακών δικαστηρίων απαιτεί γνώση μιας από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας που είναι ελληνικά και τουρκικά.
Μπορείτε να διορίσετε δικηγόρο στην Κύπρο για υπηρεσίες όπως:
α) εμφάνιση ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου για λογαριασμό οποιουδήποτε προσώπου
β) Προετοιμασία ή μελέτη οποιονδήποτε υπομνημάτων για λογαριασμό του πελάτη
γ) Καταχώριση εμπορικών σημάτων ή διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και εμφάνιση ενώπιον οποιασδήποτε διοικητικής αρχής
δ) Σύνταξη ή τροποποίηση του Καταστατικού και Ιδρυτικού, εκθέσεων, δηλώσεων και κάθε άλλου νομικού εγγράφου που απαιτείται για την εγγραφή ή τη διάλυση νομικής οντότητας.
ε) Καταχώριση εγγράφων σχετικά με τη δημιουργία, τη μεταβίβαση, την τροποποίηση ή την κατάργηση οποιονδήποτε δικαιωμάτων ή συμφερόντων και τη δήλωση της αρμόδιας αρχής για το σκοπό αυτό
στ) Νομική έκθεση σχετικά με οποιοδήποτε νομικό ζήτημα που υποβάλλεται στον δικηγόρο
ζ) Εγγραφή ή μελέτη εγγράφου που έχει καταχωρηθεί ενώπιον του δικαστηρίου για σκοπούς διαχείρισης